Ἀφαμιῶται

Ἀφαμιῶται
Ἀφαμιῶται, ῶν, οἱ, name of
A serfs in Crete, like the Helots in Laconia, Str.15.1.34, Ath.6.263f (written Ἀμφ-); cf. ἀφημοῦντας, ἀφημιάστους.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • κλαρώται — κλαρῶται, οἱ (Α) [κλάρος] Κρήτες ακτήμονες, δούλοι όπως οι είλωτες στη Σπάρτη, που καλλιεργούσαν τα κτήματα τών ελεύθερων πολιτών, αλλ. αφαμιώται («κλαρῶται εἵλωτες, δοῡλοι», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλαρωτάς (δωρ. τ. τού κληρωτής) με αναβιβασμό τού …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”